Το κρυφό έγκλημα: Όσα πρέπει να γνωρίζεις για την κακοποίηση ανηλίκων
Σε μάστιγα για την ελληνική κοινωνία, και όχι μόνο, τείνει να μετατραπεί η κακοποίηση ανηλίκων αφού κάθε χρόνο δεκάδες παιδιά πέφτουν θύματα αγνώστων ή ανθρώπων από το οικογενειακό περιβάλλον. Άνθρωποι υπεράνω υποψίας, διεισδύουν στην οικογένεια, στο σχολείο, στο φροντιστήριο, στην παιδική χαρά και τραυματίζουν ανεξίτηλα τα ανυπεράσπιστα παιδιά.
Η απαγωγής της 10χρονης Μαρκέλλας στη Θεσσαλονίκη και η ασέλγεια από 33χρονη γυναίκα που διατηρούσε φιλικές σχέσεις με την οικογένεια, ο παιδεραστής δάσκαλος στην Ερέτρια που αποπλάνησε 12χρονη μαθήτρια και ο γυμναστής από το Ρέθυμνο που βίαζε για χρόνια ανήλικα αγόρια έρχονται να προστεθούν σε μια μακριά λίστα…
Δυστυχώς πολλά από τα περιστατικά που αφορούν την αποπλάνηση και την κακοποίηση δεν αποκαλύπτονται και παραμένουν κρυφά. Η άσεμνη επίθεση στα παιδιά έχει πολύ σωστά χαρακτηριστεί ως το κρυφό έγκλημα. Κρυφό γιατί πολλά παιδιά από φόβο ή ντροπή, δεν τολμούν να μιλήσουν όταν τους συμβεί κάτι τέτοιο. Κρυφό γιατί πολλοί γονείς, για δικούς τους λόγους, δεν καταγγέλλουν τις περιπτώσεις αυτές στις Αρχές. Κρυφό γιατί η βλάβη που προκαλείται δεν είναι φανερή. Οι ουλές όμως που προκαλούνται από το ψυχολογικό τραύμα μπορεί να παραμείνουν για πάντα.
Δεν υπάρχει συγκεκριμένο προφίλ ανθρώπου που ασελγεί στα παιδιά. Άνθρωποι από κάθε τάξη και επάγγελμα έχουν διαπράξει αυτού του είδους το έγκλημα. Πολλές φορές πρόκειται για άτομα που θεωρούνται αξιοσέβαστα μέλη της κοινωνίας. Μερικές φορές είναι άτομα που η θέση τους τούς έχει εξασφαλίσει κάποια επιρροή πάνω στα παιδιά – δάσκαλοι, γιατροί, αστυνομικοί, κληρικοί, προπονητές.
Εξάλλου, οι στατιστικές δεν αποδεικνύουν ότι άτομα μιας ορισμένης ηλικίας ρέπουν περισσότερο προς το έγκλημα αυτό. Έχουν καταγγελθεί για ασέλγεια σε παιδιά άτομα κάθε ηλικίας, από δεκαπέντε μέχρι ενενήντα χρονών.
Η άποψη πως αυτός που ασελγεί στα παιδιά είναι συνήθως άγνωστος στο θύμα του είναι μύθος. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο δράστης γνωρίζει το παιδί. Πρόκειται συνήθως για κάποιον συγγενή, οικογενειακό φίλο, γείτονα ή κάποιο άλλο άτομο, με το οποίο το παιδί έρχεται σε επαφή. Οι περισσότεροι από αυτούς υπήρξαν και οι ίδιοι θύματα ασέλγειας στην παιδική τους ηλικία. Η επιθυμία για ασέλγεια στα παιδιά αποτελεί σεξουαλική προτίμηση που δεν διαφέρει καθόλου από την επιθυμία για σεξουαλική επαφή με ενήλικο άτομο του ιδίου ή διαφορετικού φύλου.
Συνήθως τα άτομα αυτά προτιμούν τη σεξουαλική επαφή με παιδί από οποιουδήποτε άλλου είδους σεξουαλική επαφή, παρά το γεγονός ότι μπορεί να έχουν κανονικές σεξουαλικές σχέσεις με άτομα της ηλικίας τους. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που ένα άτομο που ασελγεί μια φορά σε ένα παιδί σπάνια δεν θα το επαναλάβει.
Επειδή η τάση για ασέλγεια σε παιδιά αναπτύσσεται σε πολύ νεανικό στάδιο της ζωής, μερικοί από αυτούς διαλέγουν, συνειδητά ή υποσυνείδητα, επαγγέλματα που τους φέρνουν σε καθημερινή επαφή με το παιδί.
Οι άνθρωποι αυτοί έχουν κατά κανόνα μια διεστραμμένη πονηριά. Αυτοί που από επάγγελμα ασχολούνται με παιδιά, συνήθως, εργάζονται σχολιαστικά προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας άριστης επαγγελματικής φήμης. Η φήμη αυτή εξυπηρετεί δύο επιδιώξεις τους: Πρώτον, τους εξασφαλίζει την εκτίμηση των γονιών.
Οι γονείς μεταβιβάζουν αυτή την εκτίμηση στα παιδιά τους, πράγμα που διευκολύνει τον επίδοξο διαφθορέα να πετύχει τον σκοπό του με κάποιο παιδί που βρίσκεται κάτω από την επίβλεψή του. Δεύτερον, μια τέτοια φήμη τους εξυπηρετεί ως υπεράσπιση εάν ένα παιδί πάνω στο οποίο ασέλγησαν μιλήσει στο κοινωνικό περιβάλλον, το οποίο συνήθως αρνείται σε αυτές τις περιπτώσεις να πιστέψει το παιδί.
Αυτοί που ασελγούν στα παιδιά διαλέγουν το θύμα τους με προσοχή. Αν η δουλειά τους τούς φέρνει σε επαφή με μια ομάδα παιδιών, τότε διαλέγουν το πιο ντροπαλό και συνεσταλμένο, εκείνο που μοιάζει πιο αθώο ή που δεν έχει κανέναν στενό φίλο στην ομάδα.
Κάτω από οποιαδήποτε συνθήκη οι τύποι αυτοί διαλέγουν το παιδί που μπορεί να απομονωθεί, εκείνο που συνήθως έρχονται να το πάρουν πιο αργά από το σχολείο ή από άλλα μέρη που συχνάζουν παιδιά, γενικά εκείνο που παραμένει κάποια στιγμή ξεκομμένο. Η ικανότητα να απομονώσει το παιδί είναι πολύ σημαντικό στοιχείο στο σχέδιο του διαφθορέα.
Αν μια τέτοια ενέργειά του γίνει αντιληπτή από δύο ή περισσότερα παιδιά, ο κίνδυνος να φανερωθεί η πράξη του είναι μεγάλος. Γνωρίζει πως ένα παιδί μόνο μπορεί να μην γίνει πιστευτό, όμως αν δύο παιδιά διηγηθούν την ίδια ιστορία τότε θα τα πιστέψουν.
Αν βρεθεί στην ανάγκη να υπερασπιστεί τον εαυτό του, ένας τέτοιος τύπος μπορεί να πει πως αυτό που κάνει είναι “καλό για τα παιδιά”. Άλλος μπορεί να αρχίσει να κατηγορεί το παιδί, λέγοντας πως φταίει και αυτό για ό,τι έγινε. Το επιχείρημα έχει χρησιμοποιηθεί πολλάκις σαν δικαιολογία: “Με προκάλεσε” ή “δεν προσπάθησε να με σταματήσει”.
Σε καμία περίπτωση δεν φταίει το παιδί το οποίο είναι απλώς το τραγικό θύμα μιας διεστραμμένης σεξουαλικότητας. Το παιδί πρέπει να γίνεται πιστευτό όταν αναφέρει ένα επεισόδιο αυτού του είδους.
Όλοι γνωρίζουμε πως τα παιδιά έχουν ανεπτυγμένη φαντασία και διηγούνται ψεύτικες ιστορίες, ωστόσο ξέρουμε επίσης πως κανένα παιδί δε θα αναφέρει κάτι τέτοιο εάν δεν συμβεί στην πραγματικότητα.