Πώς να έχουμε καλύτερες σχέσεις με τους εφήβους

Κάτι που επηρεάζει σημαντικά τη συμπεριφορά όλων μας, είναι η επιθυμία να μας υπολογίζουν οι άλλοι. Κανείς δεν εύχεται ούτε και θέλει να βρίσκεται σε κατώτερη θέση. Ο έφηβος (αγόρι ή κορίτσι), έχει τις ίδιες πιθανότητες που έχει και το μικρότερο παιδί για να νιώσει κατώτερος, καθώς επίσης και τη σημαντική πρόσθετη πιθανότητα να του φερθούν σαν παιδί. Ένα μεγάλο μέρος του στρες που νιώθει ο έφηβος έχει σχέση με την έντονη επιθυμία του να αποφύγει να τον μεταχειρίζονται σαν παιδί.

 

     Συνήθως υπάρχουν δύο λανθασμένοι τρόποι αντιμετώπισης που χρησιμοποιούν οι γονείς στην προσπάθειά τους να κρατήσουν την αρχηγεία. Ένας τρόπος είναι να τους καλοπιάνουν, να κάνουν πράγματα για λογαριασμό τους και να υποχωρούν στην απαιτήσεις τους. Ο άλλος τρόπος είναι να παρουσιάζονται αυταρχικοί και να προσπαθούν να κάνουν τους εφήβους να συμμορφωθούν.

Ένα άρθρο στο περιοδικό Time που πραγματευόταν τα προβλήματα των εφήβων, τελείωνε με την εξής παρατήρηση «Οι Αμερικανοί γονείς και εκπαιδευτικοί χρειάζονται τώρα να σκεφτούν και να βρουν ένα νέο τρόπο για να διδάξουν στους εφήβους τον σεβασμό στην εξουσία και τους άλλους». Η γενίκευση στην προκειμένη περίπτωση μόνο άστοχη δε μπορεί να θεωρηθεί.

Ο δρόμος είναι ξεκάθαρος. Πρέπει να παραμερίσουμε κάθε τρόπο αντιμετώπισης που προϋποθέτει καλόπιασμα και επιτρεπτικότητα, καθώς επίσης και κάθε τρόπο που προϋποθέτει αυταρχικότητα και πειθαναγκασμό. Πρέπει να αντικαταστήσουμε αυτούς τους τρόπους με τεχνικές που δίνουν τους νέους υο μήνυμα του σεβασμού. Όταν ο νέος νιώσει ότι τον σέβονται οι μεγάλοι, έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να αποφασίσει να σέβεται και αυτός τους μεγάλους και να καθιερώσει μαζί τους μια σχέση συνεργασίας.

Ο γονιός που παραχαϊδεύει.

Η αντιμετώπιση αυτή είναι καταστροφική γιατί στερεί από τους εφήβους την αυτοπεποίθηση και την πρωτοβουλία. Οι περισσότεροι άνθρωποι συμφωνούν ότι η υπερπροστασία είναι βλαβερή, δεν ξέρουν όμως τι ακριβώς είναι αυτή η υπερπροστασία. Η υπερπροστασία κάνει συχνά το παιδί να αρχίζει να πιστεύει ότι δε μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο του τη ζωή και συνεπώς ζει σε έναν κόσμο απειλητικό και δύσκολο. Το νέο αυτό άτομο είναι απρόθυμο να αναλάβει ευθύνες, αλλά στερείται και αυτό το πνεύμα συνεργασίας που χρειάζεται στη ζωή. Εν ολίγοις, αγνοεί  την έννοια της αλληλεπίδρασης. Μια καλή κατευθυντήρια γραμμή στη σχέση με τους νέους, είναι  να μην κάνουμε τίποτα για αυτούς, από αυτά που μπορούν να κάνουν μόνοι τους.  Η συμπεριφορά του παραχαϊδεμένου παιδιού κατευθύνεται κυρίως προς τον στόχο να βάλει τους άλλους να το υπηρετούν. Έτσι, ο σκοπός του μεγαλύτερου μέρους της συμπεριφοράς του είναι να επιτύχει ιδιαίτερη προσοχή ή εξυπηρέτηση. Δυστυχώς, η συνηθισμένη εμπειρία των γονιών που παραχαϊδεύουν είναι ότι, στην διάρκεια της προεφηβείας και στις αρχές της εφηβείας του παιδιού τους, ξαφνικά συνειδητοποιούν ότι δεν ελέγχουν καθόλου το παιδί τους. Ακριβώς σε αυτό το σημείο αρχίζουν  να πανικοβάλλονται και αποφασίζουν  να αντιδράσουν. Ως συνέπεια, όμως, αυτής της αντίδρασης των γονιών, «ο σκοπός» της συμπεριφοράς του παραχαϊδεμένου εφήβου συχνά αλλάζει. Δηλαδή, ο έφηβος προσπαθεί να νικήσει τις προσπάθειες των γονιών του για να τον ελέγξουν και μπορεί ακόμα και να επιχειρήσει να τους τιμωρήσει επειδή δεν του κάνουν τη ζωή εύκολη.

Όταν ένας γονιός ετοιμάζεται να αλλάξει τη σχέση του με το χαϊδεμένο παιδί του, θα πρέπει να θυμάται ότι όπως δεν μπορούμε να υποχρεώσουμε τον έφηβο να συνεργαστεί, έτσι κι εκείνος δε μπορεί να μας υποχρεώσει να συνεργαστούμε. Με φιλικό αλλά πάντα σταθερό τρόπο, μπορούμε να αφήσουμε τον χαϊδεμένο έφηβο να ανακαλύψει ότι στη ζωή χρειάζεται πάντα συνεργασία. Μην υποχωρώντας στις απαιτήσεις του, βοηθάμε να συνειδητοποιήσει ότι οι άλλοι δε βρίσκονται στη γη μόνο και μόνο για το δικό του όφελος.

 

Ο αυταρχικός γονιός.

Ενώ,  λοιπόν, ο γονιός που παραχαϊδεύει υπηρετεί υπερβολικά τον έφηβο, ή δε θέλει να πάρει θέση σε ορισμένα θέματα, ο αυταρχικός γονιός προσπαθεί να υποχρεώσει τον έφηβο να φερθεί σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες. Μπορούμε να πούμε, όμως, ότι οι γονείς που παραχαϊδεύουν, συχνά καταφεύγουν σε αυταρχικές τακτικές, όταν συνειδητοποιούν ότι έχουν χάσει τον έλεγχο. Οι αυταρχικοί γονείς, από την άλλη, έχουν αναθρέψει τα παιδιά τους με αυταρχικό τρόπο, από τη στιγμή της γέννησής τους. Οι νέοι που έχουν αυταρχικούς γονείς συνήθως αντιδρούν με δύο τρόπους σε αυτήν την τακτική. Η πρώτη αντίδραση είναι να νιώσουν αποθαρρυμένοι, όταν δέχονται κριτική και τιμωρία από τον αυταρχικό-πιεστικό γονέα. Η δεύτερη αντίδραση είναι η αντίσταση που πηγάζει από τη μη έγκριση των επιδόσεων στο σχολείο, την επιλογή των φίλων, των ρούχων, του τρόπου συμπεριφοράς κ.τ.λ…

Όταν η σχέση φτάσει σε αυτό το σημείο, υπάρχει διαμάχη. Μπορεί να είναι ανοιχτή ή καλυμμένη, αλλά δεν παύει να είναι διαμάχη.Δυστυχώς οι γονείς και οι δάσκαλοι που χρησιμοποιούν τον πειθαναγκασμό, ξεγελιούνται την περίοδο της προεφηβείας του παιδιού, γιατί συχνά καταφέρνουν να υποχρεώσουν τα παιδί να συμμορφωθεί. Στις αρχές, όμως, της εφηβείας, ή και νωρίτερα, τα νεαρά άτομα που υφίστανται αυτή την αντιμετώπιση συνειδητοποιούν περισσότερο τη δύναμη που έχουν να αρνηθούν στους ενήλικες τη συνεργασία τους και αρχίζουν να την χρησιμοποιούν.

Όταν οι έφηβοι αντιληφθούν ότι προσπαθούμε να τους επιβάλουμε τη θέλησή μας, έχουν την τάση να μας αρνούνται τη συνεργασία τους. Οι ενήλικες πρέπει να κατανοήσουν ένα σημαντικό παράγοντα, ότι οι έφηβοι μπορούν να μας αρνηθούν τη συνεργασία τους και μάλιστα, πολύ αποτελεσματικά.

Η σχέση γονιού- εφήβου βελτιώνεται σημαντικά και γρήγορα όταν ο έφηβος νιώθει την ήρεμη εμπιστοσύνη των γονιών να αντικαθιστά την κριτική και την γκρίνια. Ο σεβασμός επιδρά σημαντικά στον έφηβο, απαλλάσσοντάς τον από την επιθυμία να αντισταθεί ή να νικήσει τους γονείς του. Η εμπιστοσύνη, λοιπόν, μαζί με την ενθάρρυνση που μπορούμε να δώσουμε στον έφηβο, έχει τη δυνατότητα να του περάσει το μήνυμα της πίστης μας σε αυτόν όπως είναι.

Ο έφηβος αναζητάει συνέχεια ενδείξεις που τον βοηθούν να πιστέψει πως έχει ότι χρειάζεται για να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην παιδική ηλικία και στους ενήλικες. Για αυτόν, είναι πολύ ενθαρρυντικό να νιώθει την εμπιστοσύνη των γονιών του.

Αυτό έρχεται σε μεγάλη αντίθεση με τη συνηθισμένη τακτική των γονιών, που βιάζονται να δώσουν συμβουλή ή να κάνουν κριτική. Το να συμβουλέψουμε, έχει βέβαια τη θέση του. Πολλοί γονείς, όμως, το παρακάνουν. Όταν κάνουμε μια παρατήρηση σε έναν έφηβο, την ρπώτη φορά μπορεί να θεωρηθεί ως πληροφορία. Την δεύτερη και την Τρίτη φορά, όμως, που θα κάνουμε την ίδια παρατήρηση, μπορεί να θεωρηθεί γκρίνια και πίεση. Οι γονείς θα μπορούσαν επίσης να δίνουν, όποτε αυτό είναι εφικτό, επιλογές στους εφήβους για να λύσουν τα προβλήματα ή να τους προσφέρουν καθοδήγηση. Ακόμα και όταν ένας ενήλικος είναι βέβαιος για την απόφαση που θα επιθυμούσε να πάρει ο έφηβος, η πείρα δείχνει πως είναι καλύτερο να αποφύγει το τελεσίγραφο. Εφόσον ο έφηβος θα πάρει μόνος του μια απόφαση για τη συμπεριφορά του και εφόσον δε δέχεται συχνά να τον υποχρεώνουν, οι πιθανότητες που έχει ο ενήλικος να επηρεάσει θετικά τον έφηβο σε ένα κρίσιμο θέμα, είναι αυξημένες, ειδικά αν παραδεχτεί ότι τελικά, ο έφηβος είναι εκείνος που θα διαλέξει. Το να συμφωνείτε ότι διαφωνείτε, είναι μια πολύ βοηθητική τεχνική για τους γονείς, γιατί αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες να δώσουν προσοχή στη δική σας άποψη. Ο έφηβος είναι ελεύθερος να ακολουθήσει τη θέση του πατέρα ή της μητέρας, όταν δεν είναι υποχρεωμένος να την ακολουθήσει.